Η Ιεροτελεστία της άνοιξης
Ομαδική εικαστική έκθεση
Η ΙΑΝΟΣ ΑΙΘΟΥΣΑ ΤΕΧΝΗΣ συνεχίζοντας το εκθεσιακό πρόγραμμά της, και με αφετηρία το συναρπαστικό μουσικό πόνημα του Ιγκόρ Στραβίνσκι, χαιρετίζει την Άνοιξη στην Αθήνα διοργανώνοντας ένα εικαστικό αφιέρωμα έμπλεο εικόνων, συνειρμών και συμβολισμών.
Η Ιεροτελεστία της Άνοιξης (Le Sacre du Printemps) είναι το χορόδραμα που συνέθεσε ο Igor Stravinsky (1882-1971 ) µεταξύ 1912 – 1913 για τα Ρωσικά µπαλέτα του Sergei Diaghilev σε χορογραφία Vaslav Nijinsky και κοστούµια του Nicolas Roerich. Το έργο που φέρει τον υπότιτλο «Εικόνες από μια παγανιστική Ρωσία» και αναπαριστά μια παγανιστική τελετή γονιμότητας, που καταλήγει στη θυσία μιας κόρης, αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα και επιδραστικότερα του 20ου αιώνα.
Το έργο κατακλύζεται από μια κεντρική ιδέα: το μυστήριο και τη μεγάλη δύναμη της Άνοιξης», ενώ οι λαϊκές µελωδίες που απαντώνται εδώ, προερχόμενες από τη Λιθουανία, τη Ρωσία, Ουκρανία και τη Λευκορωσία, σχετίζονται µε παλιές τελετουργίες γύρω από την Άνοιξη.
Σύμφωνα με το σενάριο του έργου, μετά από έναν δύσκολο χειµώνα η φύση σιγά-σιγά ξυπνάει και αρχαίες φυλές συγκεντρώνονται για εορταστικές ιεροτελεστίες γιορτάζοντας τον ερχοµό της Άνοιξης. Μια γριά µάγισσα χρησιµοποιεί κλωνάρια για να προβλέψει το µέλλον. Οι γυναίκες χορεύουν παραδοσιακούς χορούς της Άνοιξης. Όλοι γιορτάζουν την ιερή δύναµη της µητέρας Γης. Οι άντρες αναπαριστούν παραδοσιακά πολεµικά παιχνίδια. Ο γηραιότερος σοφός έρχεται από το χωριό και πραγµατοποιείται ο χορός της Γης. Καθώς σκοτεινιάζει οι κοπέλες εκτελούν αρχαίους σχηµατισµούς και µια από αυτές επιλέγεται ως η Εκλεκτή. Πέφτοντας κάτω στο έδαφος οι κοπέλες επικαλούνται τα αρχαία πνεύµατα. Η Εκλεκτή αρχίζει και ολοκληρώνει τον τελικό χορό για να επιτευχθεί ο εξευµενισµός των θεών της Άνοιξης.
Στην πραγματικότητα ο Stravinsky φιλοτέχνησε µια ηχητική απεικόνιση και αποθέωση του φαινοµένου που ονοµάζουµε Ζωή στην πιο αρχέγονη διάστασή του.
Η IANOS Αίθουσα Τέχνης, διανύει τον έκτο χρόνο λειτουργίας της υπό την καλλιτεχνική διεύθυνση της Μικρής Άρκτου και την επιμέλεια της Ίριδας Κρητικού, εστιάζοντας στην παρουσίαση θεματικών αφιερωμάτων και ατομικών εκθέσεων με κυρίαρχη αφετηρία την άμεση ή έμμεση αναφορά στο πολυσχιδές, συναρπαστικό σύμπαν της λογοτεχνίας και της ποίησης, αλλά και τη σχέση ενός χώρου αφιερωμένου στον κόσμο του βιβλίου με την πόλη που τον περικλείει.
ΣΥΝΤΟΜΗ ΑΝΑΔΡΟΜΗ
Στις 6 Φεβρουαρίου 1909, ο ταλαντούχος συνθέτης Ιγκόρ Στραβίνσκι παρουσίασε στην Αγία Πετρούπολη τα έργα του Πυροτεχνήματα και Φανταστικό Σκέρτσο. Ανάμεσα στους θεατές της συναυλίας ήταν και ο διάσημος τότε καλλιτεχνικός ιμπρεσάριος Σεργκέι Ντιαγκίλεφ, ο οποίος μεσουρανούσε στο Παρίσι. Εντυπωσιάστηκε τόσο πολύ από τις συνθετικές δυνατότητες του Στραβίνσκι, ώστε τον προσκάλεσε να συμμετάσχει στην ομάδα των καλλιτεχνικών συνεργατών του.
Μέσα στο 1909 του ανέθεσε την ενορχήστρωση δύο πιανιστικών κομματιών του Σοπέν για το μπαλέτο Συλφίδες, το οποίο ανέβασε στο Παρίσι με τα νεοσύστατα Ρωσικά Μπαλέτα, που έγραψαν ιστορία στο χώρο του χοροδράματος. Τον επόμενο χρόνο του παρήγγειλε μία νέα παρτιτούρα για το μπαλέτο Το Πουλί της Φωτιάς, η οποία σημείωσε μεγάλη επιτυχία, όταν ανέβηκε στο Παρίσι στις 25 Ιουνίου 1910. Η επιτυχημένη συνεργασία Ντιαγκίλεφ-Στραβίνσκι συνεχίστηκε και το 1911 με το μπαλέτο Πετρούσκα.
Πριν από αυτό, ο Στραβίνσκι είχε την ιδέα να γράψει ένα είδος «αρχέγονης» συμφωνίας για την άνοιξη, την οποία θα ονόμαζε Η μεγάλη θυσία. «Μια μέρα του 1910, όταν τελείωνα το Πουλί της Φωτιάς στην Αγία Πετρούπολη, είχα ένα φευγαλέο όραμα… Είδα στη φαντασία μου μια παγανιστική τελετουργία: μια ομάδα σοφών γερόντων κάθονταν σε κύκλο, έχοντας στη μέση ένα νεαρό κορίτσι, που χόρευε μέχρι θανάτου. Τη θυσίαζαν για να εξευμενίσουν το θεό της άνοιξης. Αυτό είναι το θέμα της Ιεροτελεστίας της Άνοιξης» έγραψε στην αυτοβιογραφία του ο συνθέτης.
Η ιδέα ενθουσίασε τον Ντιαγκίλεφ και έπεισε τον Στραβίνσκι να τη διαμορφώσει σε μουσική για μπαλέτο. Η σύνθεση της Ιεροτελεστίας της Άνοιξης («Sacre du Printemps» ο πρωτότυπος τίτλος στα γαλλικά) ολοκληρώθηκε μέσα σε δύο χρόνια (1911-1913), κυρίως στην Ελβετία, όπου ζούσε το μεγαλύτερο διάστημα εκείνης της περιόδου ο Στραβίνσκι. Στις 8 Μαρτίου 1913 έβαλε τις τελευταίες νότες στην παρτιτούρα και αμέσως την έστειλε στον Μορίς Ραβέλ για να ζητήσει τη γνώμη του. Ο σπουδαίος Γάλλος συνθέτης (Μπολερό) εντυπωσιάστηκε και προέβλεψε ότι το έργο θα αφήσει εποχή. Το σενάριο του μπαλέτου το επεξεργάστηκε μαζί με τον Ρώσο θεοσοφιστή ζωγράφο Νικολάι Ρέριχ, ο οποίος υπέγραψε τα κοστούμια και τα σκηνικά της παράστασης. Τη χορογραφία επιμελήθηκε ο θρυλικός Βάσλαβ Νιζίνσκι.
Ο Στραβίνσκι έφθασε στο Παρίσι στις 13 Μαΐου για να επιβλέψει τις τελευταίες λεπτομέρειες της παράστασης, μαζί με τους υπόλοιπους συντελεστές της. Τη διεύθυνση της ορχήστρας είχε αναλάβει ο Γάλλος μαέστρος Πιερ Μοντέ, ο οποίος αντιμετώπιζε προβλήματα με τους μουσικούς, εξαιτίας των νεωτεριστικών στοιχείων που είχε εισαγάγει στη μουσική του ο συνθέτης. Οι μουσικοί διέκοπταν συχνά την πρόβα για να του επισημάνουν τα δήθεν λάθη στην παρτιτούρα και αυτός σε κατάσταση σύγχυσης τους απαντούσε ότι ήταν ο μόνος αρμόδιος για να τους επισημάνει τα λάθη τους.
Στις 28 Μαΐου δόθηκε μία παράσταση για τους εκπροσώπους του τύπου και επιλεγμένους προσκεκλημένους του Ντιγκίλεφ. Όλα κύλησαν ομαλά, αλλά την επομένη ο μουσικοκριτικός της εφημερίδας Η Ηχώ των Παρισίων Αντόλφ Μποσκό προέβλεψε επεισόδια κατά τη βραδινή πρεμιέρα, επειδή το κοινό δεν θα καταλάβαινε την παράσταση και θα θεωρούσε ότι το κοροϊδεύουν. Την εποχή εκείνη το μουσικόφιλο κοινό των Παρισίων ήταν χωρισμένο σε δύο στρατόπεδα: στους πλούσιους αστούς, που ήθελαν να απολαύσουν μια παραδοσιακή παράσταση με ωραία μουσική και στην «μποέμ» νεολαία, που επιζητούσε το μοντέρνο και το πρωτοποριακό, επειδή μισούσε το κοινό των θεωρείων.
Η πρεµιέρα πραγµατοποιήθηκε στις 29 Μαΐου 1913 στο θέατρο Champs – Elyseès στο Παρίσι. Ένα µεγάλο σκάνδαλο ξεσπά από τη πρώτη κιόλας παρουσίαση του έργου που έµελλε να επηρεάσει τη πορεία της µουσικής του 20ου αιώνα. Οι καινοτόµες τεχνικές, που εισήγαγε ο συνθέτης τα καινούργια ηχοχρώµατα και ο πρωτόγνωρος ρυθµικός δυναµισµός που αποτελεί κινητήρια δύναµη σε όλη τη διάρκεια της σύνθεσης διαµορφώνουν µια καινούργια πραγµατικότητα για τα µουσικά δρώµενα της εποχής. Σήµερα θεωρείται ένα από τα πιο σηµαντικά και αντιφατικά έργα του 20ου αιώνα και έχει σταθερή θέση στο ρεπερτόριο των συµφωνικών ορχηστρών. Ο Stravinsky παράλληλα µε τη σύνθεση της µουσικής για ορχήστρα, ετοίµασε και µια έκδοση για πιάνο και 4 χέρια. Αν και ο ίδιος ο Stravinsky ισχυριζόταν ότι υπήρχε µόνο µια λαϊκή µελωδία σε όλο το έργο ( η µελωδία της αρχής του έργου παιγµένη από το φαγκότο βασισµένη σε Λιθουανικό παραδοσιακό τραγούδι ) φαίνεται ότι οι λαϊκές µελωδίες που απαντώνται είναι πολύ περισσότερες και προέρχονται από τη Λιθουανία, Ρωσία, Ουκρανία και τη Λευκορωσία. Σχεδόν όλες σχετίζονται µε παλιές τελετουργίες γύρω από την Άνοιξη.
Οι αποδοκιμασίες με χαχανητά και σφυρίγματα ξεκίνησαν από τις πρώτες νότες του έργου. Με την πάροδο του χρόνου, οι αποδοκιμασίες εξελίχθηκαν σε κραυγές, μέχρι του σημείου να σκεπάζουν τα όργανα της ορχήστρας. Δεν άργησαν και οι συμπλοκές μεταξύ των θεατών, με αποτέλεσμα να επέμβει η αστυνομία και να βγάλει έξω από την αίθουσα σαράντα από τους ταραξίες. Όλη την ώρα των επεισοδίων η παράσταση συνεχιζόταν κανονικά σαν να μη συνέβαινε τίποτε. Στο δεύτερο μέρος, τα πνεύματα ηρέμησαν και στο τέλος οι συντελεστές της παράστασης αποθεώθηκαν.
Το σκηνικό της πρώτης παράστασης
Την επόμενη ημέρα, ο κριτικός της εφημερίδας Λε Φιγκαρό Ανρί Κιτάρ χαρακτήρισε το έργο «κοπιαστική και παιδαριώδη βαρβαρότητα». Ο Ιταλός συνθέτης Αλφρέντο Καζέλα είπε ότι οι αποδοκιμασίες στόχευαν περισσότερο στη χορογραφία και λιγότερο στη μουσική του Στραβίνσκι. Την ίδια άποψη εξέφρασε και ο διακεκριμένος Ελληνογάλλος μουσικοκριτικός Μιχαήλ Καλβοκορέσης. Αρνητικότατος με το έργο ήταν και ο σπουδαίος Ιταλός μουσουργός Τζιάκομο Πουτσίνι, που παρακολούθησε την παράσταση της 2ας Ιουνίου. Σε δηλώσεις του χαρακτήρισε τη χορογραφία «γελοία» και τη μουσική «κακόφωνη». «Είναι έργο ενός τρελού» συμπλήρωσε.
Η Ιεροτελεστία της Άνοιξης παρουσιάσθηκε για τέσσερεις ακόμα παραστάσεις και στη συνέχεια κατέβηκε. Ξεχάστηκε για μερικά χρόνια (μεσολάβησε ο Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος) και επανήλθε στο προσκήνιο το 1920, με τη χορογραφία του Λεονίντ Μασίν. Ακολούθησαν οι χορογραφίες των Χόρτον (1937), Γκεόργκι (1953), Μπεζάρ (1959), ΜακΜίλαν (1962), Νοϊμάγερ (1972), Τάρας (1972), Βαν Μάνεν (1974), Τέτλεϊ (1974), Μπάους (1975), Γκράχαμ (1983) και η κινηματογραφική άποψη στην «Φαντασία» του Ντίσνεϊ (1940).
Στις 18 Φεβρουαρίου 1914 δόθηκε στην Αγία Πετρούπολη η πρώτη συναυλιακή παράσταση της Ιεροτελεστίας της Άνοιξης, υπό τη διεύθυνση του Σεργκέι Κουσεβίτσκι. Στην ορχηστρική του εκδοχή το έργο γνώρισε μεγάλη διάδοση και σήμερα είναι ένα από τα πιο πολυηχογραφημένα στην ιστορία της μουσικής, ενώ έχει σταθερή θέση στο ρεπερτόριο των συμφωνικών ορχηστρών.
Το έργο έµελλε να επηρεάσει τη πορεία της µουσικής του 20ου αιώνα. Οι καινοτόµες τεχνικές, που εισήγαγε ο συνθέτης τα καινούργια ηχοχρώµατα και ο πρωτόγνωρος ρυθµικός δυναµισµός που αποτελεί κινητήρια δύναµη σε όλη τη διάρκεια της σύνθεσης διαµορφώνουν µια καινούργια πραγµατικότητα για τα µουσικά δρώµενα της εποχής. Σήµερα θεωρείται ένα από τα πιο σηµαντικά και αντιφατικά έργα του 20ου αιώνα και έχει σταθερή θέση στο ρεπερτόριο των συµφωνικών ορχηστρών.
Συμμετέχουν αλφαβητικά οι καλλιτέχνες
Άννα Αχιλλέως, Νεκτάριος Αποσπόρης, Δικαία Δεσποτάκη, Μιχάλης Καραϊσκος, Σάββας Μαβίδης, Τίμος Μπατινάκης, Βαγγέλης Πολύζος, Ειρήνη Τατάκη, Γιώργος Φλωράκης.
Πληροφορίες
IANOS Αίθουσα Τέχνης, Σταδίου 24, 210-3217917, www.ianos.gr
Ώρες λειτουργίας: Δευ – Παρ: 10:00-21:00, Σαβ: 10:00-18:00
Καλλιτεχνική διεύθυνση: Μικρή Άρκτος
Επιμέλεια: Ίρις Κρητικού
Εγκαίνια: Τρίτη 19 Μαρτίου 2019, 20:30
Διάρκεια έκθεσης: 19 Μαρτίου έως 11 Μαΐου 2019
Χορηγός επικοινωνίας: ΤΑ ΝΕΑ ΤΗΣ ΤΕΧΝΗΣ
ΜΙΚΡΗ ΑΡΚΤΟΣ:
Γρ. Κυδωνιών 21 – Υμηττός, τηλ./fax: 210 76 10 616 – 617 & 620