Ο Γιάννης Βασιλόπουλος είναι μόλις 15 ετών. Όσοι διαβάσουν τα κείμενα του βιβλίου του Αδιανόητα διαφορετικοί, ας μην βιαστούν να αποδυναμώσουν την φωνή του, κατατάσσοντάς την ως φωνή ενός ακόμη παιδιού – θαύματος. Ο Γιάννης Βασιλόπουλος είναι ένα θαυμάσιο παιδί, ένας νέος ποιητής, που όμως εκφράζει χιλιάδες άλλους «διαφορετικούς» νέους, που πολύ γρήγορα θα ζητήσουν το λόγο.
Ας πάρουμε όμως τα πράγματα με τη σειρά τους:
Όταν αποφασίσαμε να διοργανώσουμε την 4η Ακρόαση Νέων Δημιουργών της Μικρής Άρκτου, θέλαμε να ερευνήσουμε αν η εκκωφαντική σιωπή των νέων σήμερα, υπονοεί και υποκρύπτει υπόγειες διεργασίες και διαδρομές. Αν δηλαδή συσσωρεύει αποθέματα ενεργειακής δύναμης που αναπότρεπτα θα εκραγούν διαμορφώνοντας τοπία δημιουργικής αντίστασης στην κοινωνική κατάρρευση και καταστροφή … Αλλιώς τίποτε δεν θα είχε νόημα πια. Ένα κατεστραμμένο μέλλον δεν αφήνει περιθώρια αναπνοής σε ένα υποταγμένο παρόν.
Ανάμεσα στους δημιουργούς που μας έστειλαν τραγούδια τους και ξεχώρισαν, ήταν και ο 15χρονος στιχουργός Γιάννης Βασιλόπουλος. Στο βιογραφικό του που συνόδευε τους στίχους του, ανέφερε τη διεύθυνση του blog του. Διαβάζοντας τα κείμενα της ιστοσελίδας του, αναθαρρήσαμε βλέποντας πως στη τράπεζα του μέλλοντός μας, υπάρχουν ακόμη αρκετά αποθέματα ελπίδας ώστε να ξεκινήσουμε και πάλι από την αρχή το δύσκολο δρόμο της επανεκκίνησης.
Εδώ σ’ αυτό το μικρό βιβλίο λοιπόν, (το οποίο ο Μανώλης Αναστασάκος κοσμεί με έργα του) που φέρει –όχι τυχαία- τον τίτλο ΑΔΙΑΝΟΗΤΑ ΔΙΑΦΟΡΕΤΙΚΟΙ, συγκεντρώσαμε τα κείμενα αυτού του νεανικού blog, που το βάθος τους, η διεισδυτική τους μάτια, πολλές φορές εκπλήσσει, για να γνωρίσουν οι γονείς τα παιδιά τους και να αναγνωρίσουν οι συνομήλικοι του συγγραφέα ή οι όμορες με τη δική του γενιές, τις αγωνίες τους.
Γιατί ο Γ. Βασιλόπουλος εκφράζει κάτι πέρα από τον εαυτό του. Είναι μια γνήσια φωνή του μέλλοντός μας.
Όσοι σχεδίασαν αυτή την καταστροφή δεν πήραν υπόψη τους τον υπόγειο δρόμο που κι αυτός βγάζει προς την έξοδο, από άλλα μονοπάτια.
Γιατί το να είσαι νέος σήμερα, περισσότερο από ποτέ σημαίνει όπως λέει κι ο Οδ. Ελύτης «Να πιάνεις το ΠΡΕΠΕΙ από το ιώτα και να το γδέρνεις ίσαμε το πι.»