JULIA LIVILLA*
Ἀγαπητέ μου, μοναδικέ πιστέ μου φίλε, ἔφτασε κι ἐτοῦτο.
Εἶμαι, ὅπως φοβόσουνα πρίν χρόνια πὼς θὰ συμβεῖ, ἐξόριστη.
Τὸ μέρος ποὺ μένω τώρα λέγεται Κορσική. Γύρισα τὸ γκρίζο
Πιγούνι μου στὴ Ρώμη καὶ στέκω ἐδῶ στὴν ἂκρη ἑνὸς ἀπότομου βράχου.
Συγχώρεσε ἐτούτη τὴν περήφανη στάση ἀλλὰ ἡ ἐξορία σὲ ξερονήσια
Εἶναι, ὅπως ξέρεις, ἡ μοίρα ὅλων τῶν μεμψίμοιρων ἀλλὰ καὶ ὁ σκοπὸς
Τῶν φιλοσόφων. Κι αὐτὸ γιατὶ ὅταν λίγο χυμένο αἷμα
Ἀποδεικνύει τὴ θνητότητά σου ἔχεις πιὰ καταλάβει
Πὼς ἡ Fortuna ἐπιτρέπει νὰ συμβεῖ μόνο ὅ,τι θέλησες ἐσὺ ὁ ἴδιος.
Δὲν ὑπάρχει λόγος νὰ παραπονιέμαι, ἀκόμα κι ἂν δῶ τὴ ζωὴ
Ἀπ’ τὴν ἂσχημη πλευρά, ὅταν ἦταν ἀνέμελη ἀκόμα καὶ τίποτα
Δὲν προοιωνίζονταν ὅσα θὰ συμβοῦν. Μόνο τὰ παιδιὰ ἔξω στὸ αἴθριο
Παίζουν τόσο ἀνέμελα, προστατευμένα καὶ μὴν ἔχοντας συνείδηση γιὰ τίποτε.
Ἂν ἀφήσουμε κατὰ μέρος τὴ θάλασσα, τὸ χειρότερο ὑγρὸ ἐδῶ εἶναι, ὅπως
Κι ἂν τὸ δεῖ κανείς, τὰ δάκρυα. Εἶχες δίκιο ὅταν μὲ προειδοποιοῦσες.
Μιὰ γυναίκα τόσο ὡραία καὶ τόσο ἀσυνήθιστη ἀναγκαστικὰ θὰ φέρει
Τὴν καταστροφή. Κι αὐτὸ γιατὶ ὅταν συναπαντήσεις μιὰ τέτοια
Ὀμορφιά, ὅταν ἡ εὐφυία μὲ τὸ γαλάζιο τ’ οὐρανοῦ
Σὲ σηκώσει ψηλὰ μὲ τοῦτα τὰ φτερὰ τὰ καλοτροχισμένα,
Εἶσαι πιὰ ἕτοιμος νὰ ριψοκινδυνεύσεις πολλά. Κι αὐτὸ γιατὶ ὁ ἔρωτας
Εἶναι αὐτὸ ποὺ ὑπερβαίνει ἐντέλει ὅσα ἐπιχειρήματα κι ἂν ἔχεις.
Ὄχι πὼς ζῶ ἐδῶ μέσα στὴ μοναξιά, μόνη μὲ τὶς μελέτες μου.
Μόνο, φίλε μου, θαρρῶ πὼς χάσαμε χρόνο πολὺ ἀποφεύγοντας
Ἀκριβῶς τὰ πιὸ δικά μας πράγματα. Ποῦ νὰ ξέρω τί ξέρεις ἐσύ;
Ὅταν ὁ βήχας γυρνᾶ ξανὰ ἀργὰ τὴ νύχτα καὶ μὲ δαγκώνει
Ὁ πόνος μου, μήπως ξέρεις τί σκέφτομαι πραγματικά; Ἐσὺ τὸ λὲς
Μοιχεία, ἐγὼ λέω πὼς καὶ οἱ δυό μας κάναμε αὐτὸ ποὺ ἔπρεπε.
* JULIA LIVILLA: Ἡ Ἰουλία Λιβίλλα (18-41 μ.Χ.) ἦταν ἀδελφὴ τοῦ Αὐτοκράτορα Καλιγούλα, τοῦ τρίτου κατὰ σειρὰν Ρωμαίου Αυτοκράτορα (τὸ πραγματικό του ὄνομα εἶναι Gaius Julius Caesar Augustus Germanicus, 12-41 μ.Χ., γνωστότερος μὲ τὸ ὑποκοριστικὸ Caligula –ἐκ τοῦ θ. caliga, ae: τὸ στρατιωτικὸ ὑπόδημα– ποὺ τοῦ εἶχαν δώσει οἱ στρατιῶτες του ἐπειδὴ ἐμφανιζόταν μονίμως μὲ στρατιωτικὴ περιβολή- βασίλευσε ἀπὸ τὸ 37 ἕως τὸ 41). Ἡ Ἰουλία Λιβίλλα ἐξορίσθηκε, μαζὶ μὲ τὴν ἀδελφή της Ἰουλία Ἀγριπίνα, τὸ ἔτος 39 στὶς νήσους Ποντίνε ἔπειτα ἀπὸ μία ἀποτυχημένη συνωμοσία ἐναντίον τοῦ Καλιγούλα.
Ο Αστρονόμος είναι στην πραγματικότητα η πρώτη ολοκληρωμένη παρουσίαση στη χώρα μας του γερμανού ποιητή Ντουρς Γκρυνμπάιν. Η επιλογή των ποιητικών κειμένων έγινε σε συνεργασία με τον ίδιο τον ποιητή, με τον οποίο ο μεταφραστής σχετίζεται φιλικά από τις αρχές της δεκαετίας του ’90. Το έργο του Γκρυνμπάιν θεωρείται σήμερα ως το σημαντικότερο στη γερμανόφωνη ποίηση της τελευταίας εικοσαετίας. Η ποίηση του Γκρυνμπάιν απαλλαγμένη από γλυκερές αισθηματολογίες, από φραστικά πυροτεχνήματα και ανούσιες λυρικές εξάρσεις, αναπνέει σε χρόνο παρόντα και χρόνο ιστορικό. Αντλεί ζωή από τη ζωή, επαληθεύοντας με τον τρόπο της εκείνη την κάθετη και ακαριαία ενοποίηση του χώρου και του χρόνου σε λίγους στίχους, σε λίγες γραμμές- ό,τι δηλαδή χαρακτηρίζει την ποίηση και την ιδιαίτερη λειτουργία της.
Γραφή μοντέρνα, στιβαρή, με βάρος, αναζητά τα ίχνη της ανθρώπινης περιπέτειας στο χρόνο, με συμμάχους τη μνήμη και την ιστορία. Η ποίηση του Γκρυνμπάιν είναι βαθύτατα πολιτική με το πολιτικό βάθος που έχει κάθε σοβαρή ποιητική ανάγνωση του κόσμου.
Ο Ντοὺρς Γκρυνμπάιν (Durs Grünbein) γεννήθηκε στις 9 Οκτωβρίου 1962 στη Δρέσδη της πρώην Ανατολικής Γερμανίας. Σπούδασε για ένα μικρό χρονικό διάστημα Θεατρολογία στο Πανεπιστήμιο Χούμπολντ του Ανατολικού Βερολίνου, σπουδὲς που διέκοψε τὸ 1985. Στις αρχὲς του 1988 κυκλοφόρησε το πρώτο ποιητικό του βιβλίο Γκρίζα ζώνη το πρωὶ καὶ ακλούθησαν άλλα τρία μέχρι τη βράβευσή του με το μεγαλύτερο γερμανικό λογοτεχνικό Βραβείο Γκέοργκ Μπύχνερ (Georg-Büchner-Preis) τον Οκτώβριο τοῦ 1995 που τον καθιέρωσε. Ταξίδεψε σχεδόν σε όλο τον κόσμο, ενώ επὶ μήνες φιλοξενήθηκε στα προγράμματα του German Department του Πανεπιστημίου της Νέας Υόρκης και της Villa Aurora στο Los Angeles.
Σήμερα με δώδεκα ποιητικά βιβλία στο ενεργητικό του και σχεδόν ισάριθμα βραβεία και διακρίσεις, δύο τόμους δοκιμίων, ένα αυτοβιογραφικό κείμενο και μεταφράσεις αρχαίων Ελλήνων καὶ Λατίνων ποιητών θεωρείται ένας απὸ τους σημαντικότερους Γερμανούς ποιητές. Κατέχει την έδρα Ποιητικής στη Σχολή Καλών Τεχνών του Ντύσσελντορφ.
Ο Θανάσης Λάμπρου είναι πτυχιούχος της Νομικής Σχολής Θεσσαλονίκης. Συνέχισε τις σπουδές του στη Γερμανία, στο Πανεπιστήμιο της πόλης Φράιμπουργκ (Freiburg i. Br.), όπου σπούδασε από την αρχή Φιλοσοφία, Κλασική Φιλολογία και Ιστορία της Τέχνης. Τον Ιούλιο του 1994 ανακηρύχθηκε Διδάκτωρ Φιλοσοφίας (Ph.D.) του ιδίου Πανεπιστημίου, ενώ η διδακτορική του διατριβή κυκλοφόρησε απὸ τον γερμανικό εκδοτικό οίκο Peter Lang της Φραγκφούρτης. Έγραψε τα ποιητικά βιβλία: Περισυλλογή (Δόμος, 1992), Τρίπτυχο (Πλέθρον, 1995), Ανεπιστρεπτί (Νεφέλη, 2000), Λαβύρινθος (Καστανιώτης, 2004) και Μελέτη θανάτου (υπό έκδοση). Μετέφρασε κυρίως γερμανόφωνη ποίηση, θέατρο, πεζογραφία, όπως επίσης καὶ τὴν Αλληλογραφία Σίλλερ-Γκαίτε (Κριτική, 2001).