Θάνος Μικρούτσικος, Warna & Nuit avec ombres en couleurs (Βαρνά & Νύχτα με σκιές χρωματιστές) – δύο έργα σε κείμενα του Paul Willems.
Η πρώτη συνεργασία του Θάνου Μικρούτσικου με τη Μικρή Άρκτο, πραγματοποιείται με την κυκλοφορία σε βιβλίο και ψηφιακό δίσκο δύο έργων του Θάνου Μικρούτσικου, πάνω σε δύο κείμενα του Βέλγου λογοτέχνη Paul Willems. Τα δυο αυτά έργα σε σκηνοθεσία Henri Ronse, διακρίθηκαν ως μεγάλες επιτυχίες στο Εθνικό Θέατρο των Βρυξελλών το 1983 και το 1984.
Το Warna/ Βαρνά (έργο για σοπράνο, κρουστά, πλήκτρα και ορχήστρα εγχόρδων) ερμηνεύεται μοναδικά από τη Σόνια Θεοδωρίδου με τη συμμετοχή της Καμεράτα των Φίλων της Μουσικής υπό τη διεύθυνση του Αλέξανδρου Μυράτ ενώ το Nuit avec ombres en couleurs / Νύχτα με σκιές χρωματιστές(σουίτα για μέτζο σοπράνο και κουαρτέτο εγχόρδων) από την αγαπημένη ερμηνεύτρια των σύγχρονων συνθετών της δεκαετίας του ΄70 και του ΄80 Irene Jarsky και το κουαρτέτο εγχόρδων Razumowskyυπό τη διεύθυνση του ίδιου του συνθέτη.
Ο Θάνος Μικρούτσικος, στο συνοδευτικό του κείμενο για την έκδοση αναφέρει:
«…Αμέσως μετά, στο Εθνικό Θέατρο του Βελγίου (TNB) ο Ρονς σκηνοθέτησε τα έργα του Πωλ Βιλλέμς Νύχτα με σκιές χρωματιστές (Nuit avec ombres en couleurs) και Βαρνά (Warna).
Γνώρισα τον συγγραφέα Πωλ Βιλλέμς, καμάρι της βελγικής λογοτεχνίας και του θεάτρου. Κάποιοι τον είχαν χαρακτηρίσει ως τη γαλλόφωνη απάντηση στον Σάμουελ Μπέκετ. Δεν ξέρω πόσο βάσιμο είναι αυτό. Γνωρίζω όμως ότι ήταν ο αδιαφιλονίκητος πρύτανης και αγαπημένος θεατρικός συγγραφέας της σύγχρονης γαλλόφωνης Ευρώπης. Ένας κύριος με Κ κεφαλαίο, αριστοκρατικής καταγωγής, με βαθιά μόρφωση και ευγένεια.
Τα δυο αυτά έργα έγιναν μεγάλες επιτυχίες στο Εθνικό Θέατρο κι έτσι, το 1983 και το 1984, η μουσική μου ακούστηκε πάνω από 150 φορές στις Βρυξέλλες. Αποφάσισα με βάση τα θέματα που έγραψα για τις δύο θεατρικές παραστάσεις να δημιουργήσω δύο αυτόνομα μουσικά έργα.
Κι έτσι η πρώτη εκτέλεση του έργου Νύχτα με σκιές χρωματιστές έγινε στις Βρυξέλλες το 1984 με την Ιρέν Ζάρσκυ και το κουαρτέτο εγχόρδων της όπερας La Monnaie. Ακολούθησαν τα επόμενα χρόνια δεκάδες εκτελέσεις του έργου σε πολλές πόλεις της Ευρώπης —ορισμένες μάλιστα στη μορφή «σοπράνο και ορχήστρα εγχόρδων». Το ίδιο συνέβη και με τη Βαρνά, την οποία αρχικά έγραψα για φωνή και κουαρτέτο εγχόρδων, αλλά το 1996 το έργο πήρε την οριστική μορφή του για μέτζο σοπράνο, ορχήστρα εγχόρδων, κρουστά και τσέμπαλο (πιάνο). Τα δύο αυτά έργα, πέρα από το γεγονός ότι εκφράζουν την πιο σημαντική περίοδο της μουσικής ζωής μου, δικαιώθηκαν και από το γεγονός των δεκάδων εκτελέσεων που έγιναν και εξακολουθούν να γίνονται, με αποτέλεσμα να τα χαρούν και να τα αγαπήσουν χιλιάδες θεατές και ακροατές….»
Ο σπουδαίος μουσικοκριτικός Σαρλ Φιλιπόν έγραψε για τον Θάνο Μικρούτσικο και τη συνεργασία του με τον Henri Ronse στην έγκυρη εφημερίδα Le Soir στις Βρυξέλλες (1984):
«…Ο Μικρούτσικος εμφανίζεται ως ένας «απελευθερωμένος συνθέτης», ένα πρόσωπο που η κοινωνία μας έχει λίγο λησμονήσει. Όντας ο ίδιος συνθέτης και ερμηνευτής, κάνει τους μουσικούς να τραγουδούν, τους τραγουδιστές να μιλούν. Μ’ αυτή την έννοια, θα λέγαμε ότι είναι κοντά στον Νικόλαους Αρνοκούρ − και η προσέγγιση αυτή μπορεί να είναι συναρπαστική. Στον Μικρούτσικο συναντούμε αυτή τη βαθιά επιθυμία του Gesamtkunstwerk, του συνολικού έργου τέχνης, της συναίρεσης των τεχνών, και μοιραία ο νους μας πηγαίνει στον Βάγκνερ, τον Στραβίνσκυ, τον Σατί.
Η ουσία του έργου του Μικρούτσικου εντοπίζεται στην ιδιαίτερη σχέση που βιώνει με την ποίηση, με τρόπο ολοποιητικό, και μέσα στη σχέση αυτή κάνει να λάμπουν τόσο τα ευρήματα του κειμένου όσο και της μουσικής. Την ποίηση του Καβάφη, του Ρίτσου, του Σεφέρη, του Βιλλέμς δεν την «μελοποιεί». Δημιουργεί έναν νέο χώρο, ανοιχτό στο τραγούδι που κουβαλάει η λέξη. Κάπου κάπου, ξαναανακαλύπτει τις τραγικές δομές του Σοφοκλή και του Αισχύλου και ζωντανεύει τα φαντάσματα του ελληνισμού, θαμμένα κάτω από τα τραύματα της Ιστορίας.
Ο Ζακ Λακαριέρ φανταζόταν ένα διάλογο μεταξύ Αισχύλου και Αϊζενστάιν. «Θα είχαν τόσα να πουν…» Μεταξύ Ρονς και Μικρούτσικου ο διάλογος αυτός έχει αρχίσει. Έχουν ακόμα τόσα πράγματα να μας πουν… Ας έχουμε το νου μας κι ας περιμένουμε.»
Στην έκδοση που παρουσιάζει στο ελληνικό κοινό η Μικρή Άρκτος, η Τιτίκα Δημητρούλια μετέφρασε τα ποιητικά κείμενα του Paul Willems, κείμενα για τις παραστάσεις και το έργο του Βέλγου λογοτέχνη δημιουργώντας για τον αναγνώστη – ακροατή, μια ολοκληρωμένη αντίληψη του βάρους και της σημασίας της έκδοσης.
Αποκλειστικά για την έκδοση ο Βέλγος ζωγράφος Thierry de Cordier παραχώρησε άδεια χρήσης έξι ζωγραφικών του έργων, που κοσμούν το βιβλίο.